Αγαύη-Αμάραντος, Αθάνατος
Η λέξη αγαύη σημαίνει θαυμαστή ή ευγενικής καταγωγής. Το φυτό της Αγαύης ήρθε στην Ελλάδα από το Μεξικό. Ωστόσο το όνομά του είναι ελληνικό και πιθανώς του αποδόθηκε επειδή η Ελληνίδα Αγαύη για την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω ήταν και μια από τις δευτερεύουσες θεές του φεγγαριού, και αυτό σήμαινε πως ότι ήταν μια όψη της αρχαίας Μητέρας γης της Μεσογείου που θυμίζει το έδαφος του Jalisco του Μεξικό. Η Αγαύη ήταν κόρη του βασιλιά της Θήβας Κάδμου και αδερφή της Σεμέλης της μητέρας του Διόνυσου. Όταν η Σεμέλη κεραυνοβολήθηκε από τον Δία τον εραστή της, η Αγαύη διέδωσε πως ο Δίας τιμώρησε την αδερφή της γιατί τον συκοφάντησε.
Αργότερα ο Διόνυσος εκδικήθηκε για την μητέρα του και επέβαλε βαριά τιμωρία στην Αγαύη. Όταν ο Διόνυσος επέστρεψε στη Θήβα, όπου βασίλευε τότε ο Πενθέας ο γιος της Αγαύης, διέταξε όλες τις γυναίκες της πόλης να να πάνε στο βουνό Κιθαιρώνα, για να τελέσουν τα μυστήριά του. Ο Πενθέας που δεν συμφωνούσε με την εισαγωγή της λατρείας, προσπάθησε να κατασκοπεύσει τις Βάκχες. Η μητέρα του τον αντιλήφθηκε, τον πήρε για άγριο ζώο και μέσα στην μανία της τον κατασπάραξε διαμελίζοντάς τον.
|